bn:00006759n
Noun Concept
Categories: Αθλητισμός
EL
αθλητισμός  άθληση  άθλημα  αθλοπαιδιά  μεταλλακτός
EL
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αθλούμαι Greek Open Multilingual WordNet
English:
sport
European
British
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αθλούμαι Greek Open Multilingual WordNet
Ο αθλητισμός είναι η συστηματική σωματική καλλιέργεια και δράση με συγκεκριμένο τρόπο, ειδική μεθοδολογία και παιδαγωγική, με σκοπό την ύψιστη σωματική απόδοση, ως επίδοση σε αθλητικούς αγώνες, στο αθλητικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias