bn:00015385n
Noun Concept
Categories: Ιστιοπλοΐα
EL
πανί  ιστίο  καραβόπανο  πανιά
EL
Είδος χοντρού, πυκνοϋφασμένου συνήθως λινού υφάσματος που χρησιμοποιείται για την κατασκευή ιστίων, σκηνών κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Είδος χοντρού, πυκνοϋφασμένου συνήθως λινού υφάσματος που χρησιμοποιείται για την κατασκευή ιστίων, σκηνών κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Το ιστίο ή πανί είναι μια υπό τάση κατασκευή από ύφασμα ή άλλα μεμβρανώδη υλικά που χρησιμοποιεί την αιολική ενέργεια για να παραγάγει έργο. Wikipedia
Υπό τάση κατασκευή που χρησιμοποιεί την αιολική ενέργεια για να παράγει έργο Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
Wikidata Alias
Wikipedia Translations