bn:00016878n
Noun Concept
Categories: Σπηλαιολογία
EL
σπήλαιο  σπηλιά  ιερό σπήλαιο  σπήλαια  σπήλαιο dripstone
EL
Βαθύ κοίλωμα μέσα σε βράχο ή κάτω από το έδαφος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Βαθύ κοίλωμα μέσα σε βράχο ή κάτω από το έδαφος Greek Open Multilingual WordNet
Ως σπήλαιο ορίζεται οποιαδήποτε φυσική κοιλότητα στο εσωτερικό της γης, στην οποία μπορεί να έχει πρόσβαση ο άνθρωπος. Wikipedia
Εσωτερική κοιλότητα της γης προσβάσιμη στον άνθρωπο Wikipedia Disambiguation
Φυσική κοιλότητα στο εσωτερικό της γης, στην οποία μπορεί να έχει πρόσβαση ο άνθρωπος Wikipedia Disambiguation
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikidata Alias
WordNet Translations