bn:00030406n
Noun Concept
Categories: Κωνικές τομές, Καμπύλες
EL
έλλειψη  Έλλειψις  ελλειπτική  οβάλ  ωοειδής
EL
(για το σχήμα) η επίπεδη καμπύλη που προκύπτει από την τομή του κώνου με επίπεδο μη κάθετο και μη παράλληλο προς τον άξονά του Greek Open Multilingual WordNet
Greek:
γεωμετρία
Definitions
Relations
Sources
EL
(για το σχήμα) η επίπεδη καμπύλη που προκύπτει από την τομή του κώνου με επίπεδο μη κάθετο και μη παράλληλο προς τον άξονά του Greek Open Multilingual WordNet
Η έλλειψη είναι μία κωνική τομή και προκύπτει από την τομή ενός κώνου με επίπεδο που τον τέμνει πλαγίως ως προς τον άξονά του. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
Wikipedia Redirections
WordNet Translations
Wikipedia Translations