bn:00031345n
Noun Concept
Categories: Ιππίδες, Ιππασία, Άλογο, Εξημερωμένα ζώα, Κτηνοτροφία
EL
άλογο  ίππος  άλογα  άτι  🐎
EL
(λόγ.) το άλογο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(λόγ.) το άλογο Greek Open Multilingual WordNet
Το άλογο ή ίππος είναι τετράποδο περισσοδάκτυλο θηλαστικό της οικογένειας των ιππιδών, που χρησιμοποιήθηκε από την αρχαιότητα ως μέσο μετακίνησης και αποτέλεσε βασική κινητήρια δύναμη των αμαξών, αλλά και χρήσιμο εργαλείο στον πόλεμο, όπως και σε αθλητικούς αγώνες. Wikipedia
Εξημερωμένο τετράποδο θηλαστικό από την οικογένεια των ιπποειδών Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
EL
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations