bn:00053881n
Noun Concept
EL
στρώμα  στρώματα
EL
Ο επίπεδος σάκος από ανθεκτικό ύφασμα, που είναι γεμάτος από μαλακό υλικό (λ .χ. βαμβάκι, πούπουλα κ .λπ.) και τοποθετείται πάνω στον σκελετό του κρεβατιού ή και στο δάπεδο, για να μπορεί κανείς να ξαπλώνει και να κοιμάται επάνω του Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο επίπεδος σάκος από ανθεκτικό ύφασμα, που είναι γεμάτος από μαλακό υλικό (λ .χ. βαμβάκι, πούπουλα κ .λπ.) και τοποθετείται πάνω στον σκελετό του κρεβατιού ή και στο δάπεδο, για να μπορεί κανείς να ξαπλώνει και να κοιμάται επάνω του Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations