bn:00065772n
Noun Concept
Categories: Μήκος, Κύκλος, Σφαίρα
EL
ακτίνα  ακτίνες
EL
(γεωμετρία) το ευθύγραμμο τμήμα που ενώνει το κέντρο κύκλου ή σφαίρας με οποιοδήποτε σημείο της περιφέρειας ή της επιφάνειας, το μισό της διαμέτρου κύκλου ή σφαίρας Greek Open Multilingual WordNet
Greek:
γεωμετρία
Definitions
Relations
Sources
EL
(γεωμετρία) το ευθύγραμμο τμήμα που ενώνει το κέντρο κύκλου ή σφαίρας με οποιοδήποτε σημείο της περιφέρειας ή της επιφάνειας, το μισό της διαμέτρου κύκλου ή σφαίρας Greek Open Multilingual WordNet
Στην κλασική γεωμετρία, η ακτίνα ενός κύκλου ή μιας σφαίρας είναι οποιοδήποτε από τα ευθύγραμμα τμήματα από το κέντρο του έως την περίμετρό του και σε πιο σύγχρονη χρήση είναι επίσης το δεξί μήκος τους. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
Wiktionary
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations