bn:00066020n
Noun Concept
EL
σιδηρόδρομος  σιδηροδρομικές μεταφορές  railroading  σιδηροδρομικής γραμμής  σιδηροδρομικού συστήματος
EL
Σύστημα μεταφοράς που αποτελείται από βαγόνια και κινείται πάνω σε σιδηροτροχιές Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources