bn:00066028n
Noun Concept
Categories: Σιδηροδρομικές μεταφορές
EL
τρένο  αμαξοστοιχία  σιδηρόδρομος  συρμός  τραίνο
EL
Μέσο μαζικής μεταφοράς που αποτελείται απο ένα σύνολο από βαγόνια που τα σέρνει μηχανή και κινούνται επάνω σε σιδηροτροχιές Greek Open Multilingual WordNet
English:
rail transport
Definitions
Relations
Sources
EL
Μέσο μαζικής μεταφοράς που αποτελείται απο ένα σύνολο από βαγόνια που τα σέρνει μηχανή και κινούνται επάνω σε σιδηροτροχιές Greek Open Multilingual WordNet
Το τρένο, αποτελεί σήμερα κυρίαρχο μέσο κατηγορίας των σιδηροδρομικών μεταφορών. Wikipedia
Ομάδα συνδεδεμένων βαγονιών, που σύρεται ή σπρώχνεται από μια μηχανή. OmegaWiki