bn:00073210n
Noun Concept
Categories: Ταξινομία φυτών, Είδη, Ταξινομία, Βοτανολογική ονοματολογία, Βιολογικοί όροι
EL
είδος  βιολογικό είδος  είδη  έννοια των ειδών φυλογενετική  βιολογικών ειδών
EL
Η κατώτερη μονάδα διακρίσεως των ζωντανών οργανισμών με κοινά χαρακτηριστικά, δηλ. το σύνολο των οργανισμών που μοιάζουν τόσο πολύ μεταξύ τους, ώστε να μπορούν να αποκληθούν και να καταχωρισθούν με το ίδιο όνομα Greek Open Multilingual WordNet
Greek:
βιολογία
Definitions
Relations
Sources
EL
Η κατώτερη μονάδα διακρίσεως των ζωντανών οργανισμών με κοινά χαρακτηριστικά, δηλ. το σύνολο των οργανισμών που μοιάζουν τόσο πολύ μεταξύ τους, ώστε να μπορούν να αποκληθούν και να καταχωρισθούν με το ίδιο όνομα Greek Open Multilingual WordNet
Στην επιστήμη της βιολογίας, ο όρος είδος χαρακτηρίζει μία από τις βασικές μονάδες βιοποικιλότητας, δηλαδή ένα σύνολο οργανισμών, ζώων, φυτών ή μικροοργανισμών που μοιάζουν τόσο ώστε να μπορούν αυθόρμητα να προσδιορίζονται και να καταχωρούνται με το ίδιο όνομα. Wikipedia
Ταξινομική βαθμίδα της βιολογίας για την κατάταξη των έμβιων όντων Wikidata