bn:00075652n
Noun Concept
Categories: Σύμβολα
EL
σύμβολο  σύμβολα
EL
Συμβατική γραφική παράσταση που έχει αποκτήσει μία συγκεκριμένη σημασία Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Συμβατική γραφική παράσταση που έχει αποκτήσει μία συγκεκριμένη σημασία Greek Open Multilingual WordNet
Ο όρος σύμβολο αποδίδεται σε οτιδήποτε αντιπροσωπεύει μια έννοια, είτε ως σημείο, είτε ως πρόσωπο που ενσαρκώνει συγκεκριμένη έννοια, κατά παραδειγματικό τρόπο, ή συναισθηματικό φόρτο, ή κάποιο γεγονός, ομοίως με ιδιαίτερη φόρτιση. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
Wikipedia Redirections
WordNet Translations
Wikipedia Translations