bn:00087321v
Verb Concept
EL
πίνω
EL
Εισάγω στο στόμα και στη συνέχεια στο στομάχι μου ένα υγρό, ένα ποτό, καταναλίσκω ένα υγρό καταπίνοντάς το Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Εισάγω στο στόμα και στη συνέχεια στο στομάχι μου ένα υγρό, ένα ποτό, καταναλίσκω ένα υγρό καταπίνοντάς το Greek Open Multilingual WordNet
Καταναλώνω ένα υγρό από το στόμα. OmegaWiki
Greek Open Multilingual WordNet
OmegaWiki