bn:00070196n
Noun Concept
EL
μέρος
EL
Καθένα από τα τμήματα με εσωτερική ενότητα, στα οποία χωρίζεται από τον δημιουργό ή τον ερευνητή ένα λογοτεχνικό, θεατρικό ή μουσικό έργο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Καθένα από τα τμήματα με εσωτερική ενότητα, στα οποία χωρίζεται από τον δημιουργό ή τον ερευνητή ένα λογοτεχνικό, θεατρικό ή μουσικό έργο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet