bn:00001035n
Noun Concept
EL
ακροβασία  ακροβατικά  ακροβατική  ασκήσεις ισορροπίας  πέφτοντας
EL
Η τέχνη και η πρακτική του ακροβάτη, η εκτέλεση (ενόργανων) γυμναστικών ασκήσεων ισορροπίας με τα άκρα (χέρια και πόδια), οι οποίες απαιτούν εξαιρετική ευλυγισία και δεξιοτεχνία (λ .χ. βάδισμα σε τεντωμένο σχοινί) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η τέχνη και η πρακτική του ακροβάτη, η εκτέλεση (ενόργανων) γυμναστικών ασκήσεων ισορροπίας με τα άκρα (χέρια και πόδια), οι οποίες απαιτούν εξαιρετική ευλυγισία και δεξιοτεχνία (λ .χ. βάδισμα σε τεντωμένο σχοινί) Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
Wiktionary
WordNet Translations
Wikipedia Translations