bn:00001077n
Noun Concept
EL
πράξη  δράση  ανθρώπινη δράση  ανθρώπινη δραστηριότητα  πραξεολογία
EL
Κάτι που κάνει κάποιος ή που προκαλεί να συμβεί Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources