bn:00001366n
Noun Concept
Categories: Υλικά
EL
κόλλα  συγκολλητικό υλικό  κόλλες  συγκολλητική ουσία  τσιμέντο επαφή
EL
Ουσία που κολλάει ή ενώνει επιφάνειες Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources