bn:00001603n
Noun Concept
EL
συνήγορος  υπέρμαχος  συνηγορών  υποστηρικτής
EL
Αυτός που αναλαμβάνει να υποστηρίξει, να υπερασπιστεί ένα πρόσωπο, μια υπόθεση ή μια άποψη, συνήθως με δική του πρωτοβουλία Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που αναλαμβάνει να υποστηρίξει, να υπερασπιστεί ένα πρόσωπο, μια υπόθεση ή μια άποψη, συνήθως με δική του πρωτοβουλία Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations