bn:00003141n
Noun Concept
Categories: Αεροναυτιλία, Μέτρηση
EL
αλτίμετρο  υψόμετρο  υψομέτρης  υψομετρικό όργανο  δορυφόρο υψομετρία
EL
Όργανο που μετράει το ύψος πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, χρησιμοποιείται στη ναυσιπλοΐα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Όργανο που μετράει το ύψος πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, χρησιμοποιείται στη ναυσιπλοΐα Greek Open Multilingual WordNet
Το αλτίμετρο είναι ένα όργανο μέτρησης το οποίο χρησιμοποιείται στην μέτρηση του υψομέτρου ενός αντικειμένου σε σχέση με ένα επίπεδο ή μια επιφάνεια αναφοράς. Wikipedia
Όργανο μέτησης Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
WordNet Translations