bn:00003639n
Noun Concept
Categories: Αναπαραγωγή, Γονιμότητα
EL
σεξουαλική αναπαραγωγή  Εγγενής αναπαραγωγή  διασταυρωθούν  θηλυκό θηλαστικό
EL
Σεξουαλική αναπαραγωγή είναι ο σχηματισμός ενός νέου ατόμου μέσω της ένωσης δύο γαμέτων. Wikipedia
English:
Male
Definitions
Relations
Sources