bn:00003779n
Noun Concept
Categories: Αναλγητικά, Πόνος
EL
αναλγητικά  αναλγητικό  παυσίπονο  Παυσίπονα  Καταπραϋντικά
EL
Φάρμακο που χρησιμοποιείται για να ανακουφιστεί ο πόνος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Φάρμακο που χρησιμοποιείται για να ανακουφιστεί ο πόνος Greek Open Multilingual WordNet
Τα αναλγητικά ή καταπραϋντικά ή παυσίπονα είναι μέλη της ομάδας των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για να πετύχουν ανακούφιση από τον πόνο. Wikipedia
Ομάδας των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για να πετύχουν ανακούφιση από τον πόνο Wikidata