bn:00005295n
Noun Concept
EL
αραλία  aralia
EL
Οποιοδήποτε από τα φυτά που ανήκουν στο γένος Aralia (Αραλία) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Οποιοδήποτε από τα φυτά που ανήκουν στο γένος Aralia (Αραλία) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
EL
Wikipedia Translations
EL