bn:00006418n
Noun Concept
Categories: Πυροσβεστική, Πυροπροστασία, Εξοπλισμός ασφαλείας
EL
πυροσβεστήρας  asphyxiator  πυροσβεστήρα  πυροσβεστήρες
EL
Ο πυροσβεστήρας είναι συσκευή ενεργητικής πυροπροστασίας που χρησιμοποιείται στην κατάσβεση ή έλεγχο μικρών πυρκαγιών, συχνά σε επείγουσες καταστάσεις. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο πυροσβεστήρας είναι συσκευή ενεργητικής πυροπροστασίας που χρησιμοποιείται στην κατάσβεση ή έλεγχο μικρών πυρκαγιών, συχνά σε επείγουσες καταστάσεις. Wikipedia