bn:00007268n
Noun Concept
Categories: Αυστριακοί
EL
Αυστριακός  Αυστριακοί  Αυστριακή
EL
Αυτός που κατοικεί στην Αυστρία, αυτός που κατάγεται από την Αυστρία Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που κατοικεί στην Αυστρία, αυτός που κατάγεται από την Αυστρία Greek Open Multilingual WordNet
Οι Αυστριακοί είναι γερμανική εθνική ομάδα, Ρωμαϊκής καταγωγής και προέλευσης που συντίθεται από τον πληθυσμό της Αυστρίας και όσους μοιράζονται έναν κοινό αυστριακό πολιτισμό, καταγωγή και ιστορία Ο αγγλικός όρος Austrians χρησιμοποιήθηκε για τον πληθυσμό της Αυστρίας των Αψβούργων από τον 17ο έως τον 18ο αι. Συνεπακόλουθα χρησιμοποιήθηκε και κατά τον 19ο αιώνα για τους πολίτες της αυστριακής αυτοκρατορίας και από το 1867 έως το 1918 για τους πολίτες της Κισλειθάνια. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations