bn:00007371n
Noun Concept
Categories: Αυτοματισμός, Ρομπότ, Βιομηχανικός αυτοματισμός
EL
ρομπότ  αυτόματο  αυτόματα
EL
Μηχανισμός που μπορεί να κινηθεί αυτόματα Greek Open Multilingual WordNet
English:
machine
Definitions
Relations
Sources