bn:00007487n
Noun Concept
EL
πάχυνση  fatness
EL
Η αύξηση του πάχους, το να παχαίνει κανείς Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η αύξηση του πάχους, το να παχαίνει κανείς Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
EL