bn:00007824n
Noun Concept
EL
παρασκήνιο  παρασκήνια  παρασκηνιακός
EL
Ο χώρος στα πλάγια και πίσω από την σκηνή του θεάτρου, που είναι αθέατος από την πλευρά των θεατών Greek Open Multilingual WordNet
English:
theatre
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο χώρος στα πλάγια και πίσω από την σκηνή του θεάτρου, που είναι αθέατος από την πλευρά των θεατών Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet