bn:00008047n
Noun Concept
EL
υπόλοιπο  απομεινάρι  υπόλειμμα
EL
Κάτι που απομένει αφού άλλα μέρη αποσπώνται Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Κάτι που απομένει αφού άλλα μέρη αποσπώνται Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations