bn:00008392n
Noun Concept
EL
γραμμές των πιστώσεων  γραμμή πίστωσης  πίστωση τραπεζική  προσωπική γραμμή πίστωσης  τράπεζα γραμμή
EN
The maximum credit that a customer is allowed WordNet 3.0
Relations
Sources