bn:00009078n
Noun Concept
Categories: Μάχες, Πόλεμος
EL
μάχη  αγώνα  αψιμαχίες  δέσμευση  στρατιωτική εμπλοκή
EL
Ένοπλη σύγκρουση μεταξύ δύο στρατών στα πλαίσια ενός πολέμου Greek Open Multilingual WordNet
English:
military
Definitions
Relations
Sources
EL
Ένοπλη σύγκρουση μεταξύ δύο στρατών στα πλαίσια ενός πολέμου Greek Open Multilingual WordNet
Ως μάχη ορίζεται στο British and World English in Oxford dictionary: η παρατεταμένη σύγκρουση ανάμεσα σε μεγάλες οργανωμένες ένοπλες δυνάμεις μια μακρά και δύσκολη σύγκρουση ή αγώνας ενάντια σε κάτι. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations