bn:00009331n
Noun Concept
EL
φασολάδα  φασόλι βουτιά
EL
Φαγητό (πηχτή σούπα) που παρασκευάζεται με ξερά φασόλια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Φαγητό (πηχτή σούπα) που παρασκευάζεται με ξερά φασόλια Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations