bn:00010161n
Noun Concept
EL
σύζυγος  άντρας  εταίρο  καλύτερο μισό  παντρεμένος πρόσωπο
EL
Νόμιμος σύντροφος, το άτομο με το οποίο κανείς συνδέεται με γάμο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources