bn:00010212n
Noun Concept
EL
δυκολπική καρδιά  biauriculate καρδιά
EL
Η καρδιά που έχει δύο καρδιακούς κόλπους, όπως η καρδιά των θηλαστικών, των πουλιών και των ερπετών Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η καρδιά που έχει δύο καρδιακούς κόλπους, όπως η καρδιά των θηλαστικών, των πουλιών και των ερπετών Greek Open Multilingual WordNet
CATEGORY DOMAIN
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations