bn:00010625n
Noun Concept
EL
οικογένεια πτηνών  οικογένεια των πτηνών
EL
(ζωoλογία) η οικογένεια που περιλαμβάνει δίποδα σπονδυλωτά ζώα, τα οποία έχουν ράμφος, γεννούν αβγά και συνήθως πετούν γιατί έχουν φτερά Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(ζωoλογία) η οικογένεια που περιλαμβάνει δίποδα σπονδυλωτά ζώα, τα οποία έχουν ράμφος, γεννούν αβγά και συνήθως πετούν γιατί έχουν φτερά Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet