bn:00010697n
Noun Concept
EL
μπισκότο  μπισκότα
EL
Γλύκισμα από ζύμη διαμορφωμένη σε μικρά και λεπτά κομμάτια, τα οποία ψήνονται καλά στο φούρνο, ώστε να γίνουν τραγανά Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources