bn:00011203n
Noun Concept
EL
μπλέντερ  μίξερ
EL
Ηλεκτρική συσκευή μέσα στην οποία πολτοποιούν ή κόβουν υλικά που προορίζονται για την παρασκευή φαγητών ή γλυκισμάτων Greek Open Multilingual WordNet
English:
device
cooking
Definitions
Relations
Sources
EL
Ηλεκτρική συσκευή μέσα στην οποία πολτοποιούν ή κόβουν υλικά που προορίζονται για την παρασκευή φαγητών ή γλυκισμάτων Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations