bn:00011748n
Noun Concept
EL
κορμός  κορμού  κορμό  κορμός γλυπτική  σώμα
EL
Το τμήμα του σώματος του ανθρώπου και ορισμένων σπονδυλωτών ζώων, που δεν περιλαμβάνει τα άκρα και το κεφάλι Greek Open Multilingual WordNet
English:
anatomy
Definitions
Relations
Sources
EL
Το τμήμα του σώματος του ανθρώπου και ορισμένων σπονδυλωτών ζώων, που δεν περιλαμβάνει τα άκρα και το κεφάλι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations