bn:00012605n
Noun Concept
Categories: Ενδύματα χειρός
EL
βραχιόλι  βραχιολι  λουράκι ρολογιού  watchband  watchstrap
EL
Μικρό και στενό λουρί, ειδικά για να στερεώνει το ρολόι στο χέρι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources