bn:00012710n
Noun Concept
EL
φρένο  σύστημα πέδησης  τροχοπέδη
EL
Μηχανισμός που επιβραδύνει ή σταματάει μια κίνηση οχήματος, τροχού κ.λπ. Greek Open Multilingual WordNet
English:
technology
Definitions
Relations
Sources