bn:00012789n
Noun Concept
Categories: Κράματα χαλκού, Κράματα
EL
ορείχαλκος  ορείχαλκος, μπρούντζος  ορείχαλκο  σκεύη
EL
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο ορείχαλκος είναι κράμα χαλκού-ψευδαργύρου, που χρησιμοποιείται από την ελληνιστική εποχή μέχρι τις ημέρες μας σε πάρα πολλές εφαρμογές, μεταξύ άλλων και στην κατασκευή των πνευστών μουσικών οργάνων, που είναι γνωστά ως «χάλκινα». Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations