bn:00013283n
Noun Concept
EL
μεσιτεία  αξιογράφων  χρηματιστηριακή εταιρεία
EL
Η μεσολάβηση για λογαριασμό κάποιου ή η αμοιβή που παίρνει ο μεσίτης για την εργασία του Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources