bn:00013506n
Noun Concept
EL
φρεσκάρισμα  brushup
EL
Μέθοδος που έχει σκοπό, να βελτιώσει την επίδοση του κάποιος ή να ανανεώσει τη μνήμη του Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μέθοδος που έχει σκοπό, να βελτιώσει την επίδοση του κάποιος ή να ανανεώσει τη μνήμη του Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
EL