bn:00014088n
Noun Concept
Categories: Οδικό δίκτυο, Βιώσιμη κινητικότητα, Λεωφορείο
EL
Λεωφορειολωρίδα  λεωφορειόδρομος  λωρίδα λεωφορείων  λωρίδες λεωφορείων
EL
Οι λεωφορειολωρίδες είναι λωρίδες στο δεξιό τμήμα του οδοστρώματος στις οποίες σύμφωνα με τον Κ.Ο.Κ έχουν πρόσβαση μόνο τα λεωφορεία. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Οι λεωφορειολωρίδες είναι λωρίδες στο δεξιό τμήμα του οδοστρώματος στις οποίες σύμφωνα με τον Κ.Ο.Κ έχουν πρόσβαση μόνο τα λεωφορεία. Wikipedia