bn:00014215n
Noun Concept
EL
χασαπομάχαιρο  μαχαίρι χασάπη
EL
Το μεγάλο μαχαίρι που χρησιμοποιούν οι κρεοπώλες, για να κόβουν το κρέας σε μερίδες Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το μεγάλο μαχαίρι που χρησιμοποιούν οι κρεοπώλες, για να κόβουν το κρέας σε μερίδες Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations