bn:00014477n
Noun Concept
Categories: Δέντρα, Χλωρίδα της Νότιας Αμερικής, Στερκουλιοειδή, Στερκουλιοειδή (κατά Cronquist), Χλωρίδα της Κεντρικής Αμερικής
EL
κακαόδεντρο  κακάο  Θεοβρώμα  theobroma cacao  cacao δέντρο
EL
Τροπικό δέντρο από τα σπέρματα του οποίου βγαίνει το κακάο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Τροπικό δέντρο από τα σπέρματα του οποίου βγαίνει το κακάο Greek Open Multilingual WordNet
Το Κακαόδεντρο είναι αειθαλές τροπικό δασικό δέντρο, ιθαγενές τών ανατολικών ισημερινών περιοχών των Άνδεων. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations