bn:00015211n
Noun Concept
Categories: Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, Φωτεινές πηγές, Καύση, Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία
EL
κερί  κεριά  φως κεριού
EL
Μακρόστενο, κυλινδρικό αντικείμενο από φυσικό κερί ή παραφίνη, στο εσωτερικό του οποίου υπάρχει φυτίλι, του οποίου η καύση παρέχει φώς Greek Open Multilingual WordNet
Greek:
αντικείμενο
Definitions
Relations
Sources
EL
Μακρόστενο, κυλινδρικό αντικείμενο από φυσικό κερί ή παραφίνη, στο εσωτερικό του οποίου υπάρχει φυτίλι, του οποίου η καύση παρέχει φώς Greek Open Multilingual WordNet
Κερί ονομάζουμε το αντικείμενο που αποτελείται από φιτίλι τοποθετημένο μέσα σε κερί ή άλλη εύφλεκτη ουσία. Wikipedia
Αντικείμενο το οποίο παραδοσιακά χρησιμοποιείται για φωτισμό, λατρευτικούς σκοπούς ή μέτρηση της ώρας. Wikipedia Disambiguation
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations