bn:00016225n
Noun Concept
EL
γένος Carpinus  carpinus  γένους carpinus
EL
Γένος δικοτυλήδονων φυτών, στο οποίο ανήκουν κυρίως φυλλοβόλα ερμαφρόδιτα δέντρα ή θάμνοι, που συχνά κατατάσσονται στην υποοικογένεια Carpinaceae Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Γένος δικοτυλήδονων φυτών, στο οποίο ανήκουν κυρίως φυλλοβόλα ερμαφρόδιτα δέντρα ή θάμνοι, που συχνά κατατάσσονται στην υποοικογένεια Carpinaceae Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations