bn:00016249n
Noun Concept
EL
αμαξιτή οδός  δρόμος ταχείας κυκλοφορίας  οδοστρώματος  οδοστρώματα
EL
Δρόμος ταχείας κυκλοφορίας συνήθως με δύο ή τρεις λωρίδες κυκλοφορίας Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources