bn:00017490n
Noun Concept
EL
αλυσίδα
EL
Σύνολο εμπορικών εγκαταστάσεων που βρίσκονται υπό την κατοχή ενός ατόμου ή φορέα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Σύνολο εμπορικών εγκαταστάσεων που βρίσκονται υπό την κατοχή ενός ατόμου ή φορέα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary