bn:00017777n
Noun Concept
Categories: Άνθρακας, Βιοκαύσιμα
EL
ξυλάνθρακας  ξυλοκάρβουνο  κάρβουνο  καύση άνθρακα
EL
Άνθρακας που προκύπτει με απανθράκωση των ξύλων όταν αυτή γίνεται χωρίς αέρα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Άνθρακας που προκύπτει με απανθράκωση των ξύλων όταν αυτή γίνεται χωρίς αέρα Greek Open Multilingual WordNet
Ο ξυλάνθρακας ή ξυλοκάρβουνο είναι ελαφρύ υπόλειμμα μαύρου άνθρακα που παράγεται με ισχυρή θέρμανση του ξύλου σε περιβάλλον με μηδενικό σχεδόν οξυγόνο για την απομάκρυνση όλου του νερού και των πτητικών συστατικών. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations