bn:00017984n
Noun Concept
EL
επαλήθευση  επιβεβαίωση
EL
Η διαπίστωση ή η απόδειξη ότι ένα γεγονός, μία υπόθεση, μία θεωρία είναι αληθής ή σωστή Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources